Η πρώτη έμπνευση του Σάρτζεντ για τον πίνακα τού ήρθε σε μια απογευματινή βαρκάδα στον Τάμεση, στο Πάνγκμπορν, το 1885, όταν είδε κινέζικα φαναράκια να κρέμονται στα δέντρα. Ξεκίνησε το Γαρίφαλο, Κρίνο, Κρίνο, Ρόδο, ενώ έμενε στο σπίτι του καλλιτέχνη Φράνσις Ντέιβιντ Μιλέ. Τα δύο μικρά κορίτσια που ποζάρουν, η Πόλυ και η αδελφή της Ντόροθυ, ήταν για την ακρίβεια οι κόρες του καλλιτέχνη Φρέντερικ Μπάρναρντ. Σ' αυτόν τον πίνακα, ο Σάρτζεντ αποκαλύπτει τις κοσμοπολίτικες επιρροές του, ενδίδοντας στο ρεύμα των Προραφαηλιτών, ενώ παράλληλα διατηρεί την τεχνική της "υπαίθριας" ζωγραφικής, που έμαθε από τον φίλο του, τον Μονέ, στο Παρίσι. Ζωγράφιζε κυρίως σε εξωτερικούς χώρους, αποτυπώνοντας τη διακριτική λάμψη του λυκόφωτος, προτού το φως καταλήξει σε σκοτάδι. Το Γαρίφαλο, Κρίνο, Κρίνο, Ρόδο φιλοτεχνήθηκε αποκλειστικά σε εξωτερικό χώρο σ' αυτή τη μαγική ώρα του λυκόφωτος και μοιάζει τόσο γοητευτικά περίπλοκο. Ο πίνακας μοιάζει σαν ένας Κήπος της Εδέμ, ένας κήπος πνιγμένος στα λουλούδια και τις φυλλωσιές. Με τα δυο μικρά κορίτσια ν' ανάβουν τα φαναράκια αποδίδει μια εικόνα της παιδικής αθωότητας.




Γαρίφαλο, Κρίνο, Κρίνο, Ρόδο
λάδι σε καμβά • 17.4 x 15.3 cm