Η Αθηνά Παλλάδα ανήκε, για πολλά χρόνια, στο Μουσείο Καλούστ Γκιουλμπενκιάν στη Λισαβόνα. Ωστόσο, είχε αθέατους δεσμούς με το παρελθόν που το συνδέουν με το Κρατικό Μουσείο Ερμιτάζ στην Αγία Πετρούπολη. Από τα τέλη του 18ου αιώνα, μέχρι και τη δεκαετία του 1930, αυτό το έργο του Ρέμπραντ διακοσμούσε έναν τοίχο στη γκαλερί του Ερμιτάζ. Μετά από απόφαση της σοβιετικής κυβέρνησης, η Αθηνά Παλλάδα του Ρέμπραντ πωλήθηκε τον Μάιο του 1930 στον μεγιστάνα του πετρελαίου και γνωστό συλλέκτη Καλούστ Γκιουλμπενκιάν (1869-1955). Μυστικές συμφωνίες στο Παρίσι μεταξύ του Γκιουλμπενκιάν και εκπροσώπων του Γκοστόργκ (ο επίσημος εμπορικός οργανισμός της Σοβιετικής Ένωσης) κατέληξε στο να αναγκαστεί το Ερμιτάζ να παραδώσει έναν αριθμό από πολύτιμα κοσμήματα και έργα τέχνης στον σοβιετικό εμπορικό φορέα Αντικβαριάτ (που δημιουργήθηκε ειδικά για διαπραγματεύεται την πώληση και εξαγωγή έργων τέχνης). Η Αθηνά Παλλάδα ήταν μέρος ενός ιδιαίτερα πολύτιμου φορτίου αντικειμένων τέχνης που περιλάμβανε αριστουργηματικούς πίνακες από τους Ρέμπραντ, Χέραρντ τερ Μπορχ, Βαττώ, και Λανκρέ, καθώς και το περίφημο άγαλμα του Ουντόν Νταϊάνα η Κυνηγός. Ο Καλούστ Γκιουλμπενκιάν κατέβαλε στη σοβιετική κυβέρνηση συνολικά 140.000 λίρες Αγγλίας για τα εν λόγω μουσειακά εκθέματα. Στον παλαιότερο χειρόγραφο κατάλογο του Ερμιτάζ (1773-1785), ο πίνακας του Ρέμπραντ αναφέρεται ως η Αθηνά Παλλάδα. Ωστόσο, δεν συμφωνούσαν όλοι με αυτό το όνομα. Στον κατάλογο της συλλογής Μπουντουάν (1780), η σύνθεση καταχωρήθηκε ως ένα Πορτρέτο του Αλέξανδρου με την Πανοπλία της Παλλάδας. Η ειδική προστασία της Αθηνάς αποδόθηκε στον Μέγα Αλέξανδρο. Σε μεταγενέστερη βιβλιογραφία, ο πίνακας ονομάστηκε ποικιλοτρόπως Άρης, Πορτρέτο του Τίτου, και Νεαρός Πολεμιστής.




Αθηνά Παλλάδα
λάδι σε καμβά • 118 x 91.1 εκ.