Το έργο Σκέψεις από το Παρελθόν, που παρουσιάστηκε στη Βασιλική Ακαδημία το 1859, ήταν το πρώτο έργο που εκτέθηκε από τον Στάνχοπ (Stanhope). Ανήκει στην πρώιμη φάση της καριέρας του, όταν μιμούνταν το στυλ της αδελφότητας των Προραφαηλιτών και εμφανίζει μια χαρακτηριστική χρήση έντονου χρώματος. Αυτή η σύγχρονη εικόνα δείχνει μια ιερόδουλη στο κατάλυμά της, κυριευμένη από τύψεις για την κατάστασή της. Το εσωτερικό του δωματίου είναι γεμάτο με σημάδια της πτώσης από την αρετή, ο κακόγουστος μανδύας και το φθαρμένο τραπέζι, τα κοσμήματα και τα χρήματα που είναι σκορπισμένα πάνω του, όπως και το γάντι και το μπαστούνι του άντρα στο πάτωμα. Πολλά φυτά με ασθενική εμφάνιση τείνουν για να φτάσουν το φως από ένα παράθυρο, το οποίο είναι ανοιχτό και απειλεί να αφήσει να μπει μέσα η μαύρη κάπνα από έξω. Η θέα, που προβάλλεται είναι προς τη Γέφυρα του Βατερλώ, με την οδό Στραντ (δημοφιλές στέκι ιερόδουλων) στα δεξιά, και παραπέμπει τόσο στη διαφθορά της γυναίκας όσο και στον επικείμενο χαμό της. Τα κόκκινα μαλλιά της γυναίκας μπορεί να τη συνδέουν με εικόνες της Μαρίας Μαγδαληνής, της αρχετυπικής ιερόδουλης. Η πορνεία θεωρούνταν ότι αποτελούσε απειλή για τον εγχώριο πυρήνα της Βικτοριανής κοινωνίας και οι αναπαραστάσεις συμπεριλαμβάνουν μια περίπλοκη γλώσσα αστικής βρωμιάς και ασθενειών, από τις οποίες ο Τάμεσης, που ήταν χρόνια μολυσμένος και βρωμούσε τη στιγμή που ζωγραφίστηκε αυτό το έργο, ήταν μια οικεία εικόνα. Ο θάνατος θεωρούνταν ως το μόνο μέσο λύτρωσης για μία ιερόδουλη και η αυτοκτονία με πνιγμό, το πιο συνηθισμένο σενάριο που μπορούσε να σκεφτεί κανείς, υπαινίσσεται μέσω της απεικόνισης του Ποταμού και των γεφυρών του.




Σκέψεις από το Παρελθόν
λάδι σε καμβά • 50,8 x 86,4 εκ.