Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Μπονάρ και μέλη της ομάδας Ναμπί απογοητεύτηκαν με τις υπάρχουσες μορφές της δυτικής έκφρασης. Στράφηκαν τότε στις ιαπωνικές ξυλογραφίες και σε άλλες μη δυτικές μορφές τέχνης, για έμπνευση ενώ πειραματίζονταν με νέους τρόπους δημιουργίας. Ο Μπονάρ είχε τόσο επηρεαστεί από τις ιαπωνικές ξυλογραφίες που έγινε γνωστός ως «ο πολύ γιαπωνέζος Ναμπί».
Η ομάδα Ναμπί δεν περιόριστηκε στη ζωγραφική, αλλά έδειξε ενδιαφέρον για όλες τις διακοσμητικές τέχνες όπως η χαρακτική, οι αφίσες και ο σχεδιασμός έπιπλων. Αυτή η αφίσα του Μπονάρ, που αρχικά φτιάχτηκε για να διαφημίσει το αβάν-γραρντ περιοδικό Η Λευκή Επιθεώρηση, δείχνει εύγλωττα το εύρος των μορφών δημιουργικότητας της ομάδας Ναμπί. Αυτό το περιοδικό παρουσίαζε έργο των Μαρσέλ Προύστ, Αντρέ Ζιντ, του συμβολιστή ποιητή Στεφάν Μαλαρμέ και πολλών άλλων καταφέρνοντας να γίνει επιδραστικό στους κύκλους των Παριζιάνων διανοούμενων. Πολλά από τα μέλη της ομάδας Ναμπί, έφτασαν να αποκαλούνται «καλλιτέχνες της Λευκής Επιθεώρησης» καθώς έφτιαξαν εικονογραφήσεις για το περιοδικό.
Το κάτω μισό της εικόνας καταλαμβάνεται από το όνομα του περιοδικού γραμμένο με μεγάλη, ιδιαίτερη γραμματοσειρά, αποτελώντας ένα σημαντικό στοιχείο στη σύνθεση. Το πρώτο «L» αναπαριστά ένα μπαστούνι ενώ το «Α» φαίνεται να είναι ενσωματωμένο στον μηρό της γυναίκας, επιτρέποντας μια κλεφτή ματιά στο χιούμορ του καλλιτέχνη. Ένα αγόρι στέκεται μπροστά από τη γυναίκα και πίσω της διαφαίνεται ένα ίχνος από τα νώτα ενός κυρίου με ψηλό καπέλο· οι τρεις φιγούρες έχουν αποδοθεί στους ίδιους τόνους και μόνο η ελαφριά αλληλοκάλυψη των χρωμάτων υποδηλώνει μία αίσθηση βάθους.