Σαν σήμερα το 1836 γεννήθηκε ο Ολλανδός ζωγράφος με ειδική βρετανική άδεια παραμονής (denizenship), Λώρενς Άλμα-Τάντεμα. Ο ζωγράφος κλασσικών-θεμάτων έγινε διάσημος για τις απεικονίσεις της πολυτέλειας και της χλιδής της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, με οκνηρές φιγούρες σε θαυμάσιους μαρμάρινους εσωτερικούς χώρους ή σε αντίθεση με το φόντο του εκτυφλωτικού μπλε της Μεσογείου και του ουρανού. Αν και θαυμάζονταν κατά τη διάρκεια της ζωής του για την ικανόητά του στο σχέδιο και την απεικόνιση κλασσικών αρχαιοτήτων, το έργο του δυσφημίστηκε μετά το θάνατό του, και μόνο μέχρι τη δεκαετία του 1960 ξανα-εκτιμήθηκε η σημασία του για στη βρετανική τέχνη του 19ου αιώνα.
Το Νοέμβριο του 1902, σε ηλικία εξήντα έξι χρονών, ο Λώρενς Άλμα-Τάντεμα έφυγε από το Λονδίνο για μία εξόρμηση στην Αίγυπτο. Η περίσταση ήταν το άνοιγμα του φράγματος Ασουάν στις 10 Δεκέμβρη του 1902. Η εύρεση του Μωυσή ζωγραφίστηκε για τον μηχανικό που έχτισε το φράγμα, έκανε συλλογή τα έργα του, και ήταν ο οικοδεσπότης του στην Αίγυπτο, ο Σερ Τζον Ερντ (Sir John Aird).
Το θέμα από το πίνακα Η εύρεση του Μωυσή προέρχεται από το κεφάλαιο 2 της Εξόδου. Η κόρη του Φαραώ συνοδευόμενη από τις παρθένες τις, φτάνει στην όχθη του ποταμού «για να πλυθεί», και είδε ένα «καλάθι», και «Οταν το άνοιξε, είδε μέσα στο καλάθι ένα παιδί να κλαίη. Το ελυπήθη η θυγάτηρ του Φαραώ και είπε “αυτό ασφαλώς είναι από τα παιδιά των Εβραίων”» (2:5-6). Στους επόμενους στίχους, η κόρη του Φαραώ δίνει το παιδί στην υπηρέτριά της μέχρις ότου μεγάλωσε όπου και της τον επέστρεψε και «το επήρε ως υιόν της, το υιοθέτησε και το ωνόμασε Μωυσήν» (2:10).
Ο Άλμα-Τάντεμα παίρνει αυτή τη γνωστή βιβλική ιστορία και την διευρύνει πέρα από την αφήγησή της σε αυτή τη μεγάλη του σύνθεση. Κρυμμένος με την υπηρέτρια ο Μωυσής ως βρέφος δεν θα είχε μεταφερθεί τόσο περίφανα κατά μήκος του Νείλου με τη συνοδεία παρθένων, σκλαβω και ιερέων. Πράγματι το γενικό πνεύμα είναι εορταστικό αλλά επικρατούν ισάξια και μέρη τελετουργικής θρησκευτικής πομπής και παρέλασης για χάρη επίδειξης. Κρατημένη ψηλά στην βασιλική της καρέκλα, ντυμένη με βασιλικά ρούχα, η κόρη του Φαραώ έχει εξέχων ρόλο στη σύνθεση, το απαλό της χαμόγελο υποδεικνύει μία σύγχυση που το καλάθι έχει ένα μωρό. Βρίσκεται στο κέντρο της εικόνας, ίσως γιατί ήταν η κόρη του ίδιου του Ερντ που πόζαρε για τη φιγούρα της κόρης του Φαραώ. Η ένταξη τόσο πολλών συνοδευτικών προσώπων επέτρεψε στο καλλιτέχνη να συμπεριλάβει πολλά από τα αγαπημένα του (αν και όχι πάντα εθνογραφικά ακριβή) μοντέλα από παλαιότερα αριστουργήματα: οι παρθένες, από τις πιο σκουρόχρωμες εξωτικές γυναικές με γυαλιστερές σκούρες πλεξούδες στις πιο οικείες ανοιχτόχρωμες ξανθές γυναίκες, οι άντρες ακόλουθοι με τις πιο σκούρες επιδερμίδες παρόμοιες με τους σκλάβους των Ρωμαίων από τα πρώτα έργα του καλλιτέχνη Η εξέδρα και Η γκαλερί αγαλμάτων (και τα δύο το 1869), και οι ιερείς, με τα ξυρισμένα κεφάλια τους και τα λευκά λινά τους ρούχα ως σύμβολο του εξαγνισμού τους.
Αυτός ο πίνακας πουλήθηκε σε δημοπρασία το 2010 για 35.922.500$.