Το πορτρέτο της διάσημης τραγουδίστριας Σάρα Χάροπ (κυρία Μπέιτς), ζωγραφισμένο από την Αγγέλικα Κάουφμαν, αποτελεί αναμφισβήτητα το αριστούργημα της καλλιτέχνιδος στα πορτρέτα. Πρόκειται για μία σπάνια αναπαράσταση, μιας αυτοδημιούργητης γυναίκας, της μεγάλης Χαντιλιανής καλλιτέχνιδος Σάρα Χάροπ (1755-1811), μία από τις πολύ λίγες γυναίκες επαγγελματίες τραγουδίστριες της περιόδου. Η Κάουφμαν, μία από τις δύο γυναίκες συνιδρύτριες της Βασιλικής Ακαδημίας της Βρετανίας, δείχνει τη Χάροπ καθισμένη στην ερημιά, μια λύρα στο πλάι της και ένα διπλωμένο φύλλο με νότες μουσικής στο χέρι. Το βουνό, ο Παρνασσός, είναι το σπίτι των Μουσών, και ο καταρράκτης πίσω της, πέφτει από την πηγή του Ιπποκρήνη. Η λύρα πιθανότατα τη συνδέει με την Ερατώ, τη Μούσα της λυρικής ποίησης και ενώ το όργανο βασίζεται σε αρχαίους τύπους, το χαρτί με τη μουσική τοποθετεί το πορτρέτο κάπου στον δέκατο όγδοο αιώνα, γιατί στο φύλλο αυτό έχει αναγνωριστεί ένα σόλο τραγούδι από την όπερα του Τζορτζ Φρίντερικ Χάντελ, Ροδελίντα, Βασίλισσα της Λομβάρδης (1725).
Η εικόνα, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Βασιλική Ακαδημία το 1781, χρονολογείται από την εποχή του γάμου της Χάροπ το 1780, ενός γάμου στον οποίο η ίδια συνεισέφερε μία σημαντική προσωπική περιουσία που είχε αποκτήσει μέσω του ταλέντου της ως καλλιτέχνις. Η μουσική υποδηλώνει ένα προσωπικό νόημα. Το σόλο τραγούδι Dove sei, l'amato bene δεν τραγουδάται από τη Ροντελίντα αλλά από τον σύζυγό της. Τα λόγια του τραγουδιού στο πορτρέτο, είναι γεμάτα επιθυμία και πρέπει να είχαν επιλεγεί συγκεκριμένα για τη σημασία τους σ αυτόν τον πίνακα, ο οποίος σχεδόν σίγουρα ήταν ένα πορτρέτο γάμου.
Ομοίως, ο σύζυγος της Χάροπ ήταν μουσικός, ταπεινής καταγωγής και υποστηρικτής των έργων του Χάντελ, ενώ η ίδια η Χάροπ ήταν διάσημη ερμηνευτής των οπερών και των ορατορίων του συνθέτη. Το γεγονός ότι η Κάουφμαν, η δημιουργός του πίνακα, παντρεύτηκε κι αυτή την ίδια περίπου εποχή, κι επίσης με έναν συνάδελφο-καλλιτέχνη που είχε πιο κοινότυπα ταλέντα, τον Αντόνιο Ζούτσι, βαθαίνει μόνο τη σημασία του σόλο τραγουδιού.
- Κλίντον Πίτμαν